Οικονομική Κρίση: Νέα Ευκαιρία για τη Νέα Οικονομία;
27.04.09

Άρθρο του Ευρωβουλευτή Μαργαρίτη Σχοινά.
Περιοδικό "Φιλελεύθερη Έμφαση''
Τριμηνιαία Επιθεώρηση του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κων. Καραμανλής
Ιανουάριος- Φεβρουάριος- Μάρτιος 2009

Εκατόν τριάντα χρόνια μετά τη βιομηχανική επανάσταση, εξήντα χρόνια μετά την εκκίνηση της ευρωπαϊκή ολοκλήρωσης, τριάντα χρόνια μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια και δέκα χρόνια μετά τη γένεση του ευρώ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η χώρα μας βρίσκονται στη δίνη μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης που σκιάζεται από απειλές αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και μοναδικές ευκαιρίες.

Είναι περιττό να ανοίξουμε εκ νέου τη συζήτηση για τα αίτια της κρίσης. Όλοι πια γνωρίζουν ότι πληρώνουμε τις εκκεντρικότητες του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος που λειτουργούσε χωρίς εποπτεία και λογοδοσία, το οποίο βασιζόταν αποκλειστικά και μόνο σε μια επίπλαστη ρευστότητα που διοχετεύτηκε σε επισφαλείς επενδύσεις. Ήταν ζήτημα χρόνου οι παθογένειες αυτές να επιμολύνουν τις Ευρωπαϊκές οικονομίες, δεδομένου του σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος όπου οι ροές κεφαλαίων είναι δομημένες υπερεθνικά, ενώ ο δημοκρατικός, εποπτικός έλεγχος -όπου αυτός υπάρχει- παραμένει κατά βάση εθνικός.

Η κρίση λοιπόν, χτύπησε την πόρτα των αναπτυγμένων αγορών της δύσης, μεταξύ των οποίων και της Ευρώπης, επηρεάζοντας σε βάθος την πραγματική οικονομία: η κατανάλωση και οι οικονομικές επιδόσεις των κρατών μελών της Ε.Ε. διολισθαίνουν, η παραδοσιακή βιομηχανία που στήριξε την ευρωπαϊκή ανάκαμψη υποφέρει, η χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δυσκολεύει, οι ασθενέστερες τάξεις βρίσκονται εκτεθειμένες, η απασχόληση και οι επενδύσεις φθίνουν. Ακόμα και τα υγιή ευρωπαϊκά τραπεζικά ιδρύματα δυσπιστούν στις μεταξύ τους συναλλακτικές σχέσεις, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις ροές χρηματοδότησης, πλήττοντας ανεπανόρθωτα την οικονομική δράση.  

Σε αυτό το κλίμα, ήδη εμφανίστηκαν οι πρώτες κραυγές λαϊκισμού που είτε υποστηρίζουν το "τέλος της ελεύθερης οικονομίας", είτε καταγγέλλουν την "άκαρδη παγκοσμιοποίηση" σκοπεύοντας το θυμικό της κοινωνίας και τη δημιουργία εντυπώσεων. Η εύκολη παραγωγή τέτοιου είδους μικροπολιτικών εντυπώσεων επιδιώκει απλώς να μεγεθύνει τα φοβικά σύνδρομα των πολιτών με απώτερο στόχο την ανατροπή των βασικών πολιτικών και οικονομικών συντεταγμένων, πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η συλλογική μας ευημερία.

Απέναντι σε αυτές τις κραυγές λαϊκισμού που ενδημούν στα δύο άκρα του κομματικού μας συστήματος, προβάλλει μια άλλη σχολή σκέψης: αυτή που τονίζει την ανάγκη διόρθωσης των θεσμικών ελλειμμάτων που οδήγησαν στην παρούσα κατάσταση, που αντιπαραθέτει την υπευθυνότητα και τον δημοκρατικό έλεγχο της κοινωνίας στον άκοπο λαϊκισμό της ατάκας, αυτή που έχει το σθένος να εντοπίσει και να αναδείξει τις ευκαιρίες που ανοίγονται την επομένη της κρίσης. Αυτή που δεν ισοπεδώνει τα κεκτημένα, αλλά διορθώνει τα κακώς κείμενα.

Αν η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι το αποτέλεσμα προβλημάτων που αποκαλύφθηκαν ξαφνικά όταν η παραδοσιακή οργάνωση της οικονομίας προσέκρουσε σε θεσμικά ελλείμματα, η επόμενη ημέρα της κρίσης μπορεί να αποτελέσει τη νέα ευκαιρία για τη Νέα Οικονομία.

Η Νέα Οικονομία θα χαρακτηρίζεται από απελευθερωμένες αγορές που θα ελέγχονται από αυστηρούς κανόνες υγιούς ανταγωνισμού και θα στηρίζεται σε ένα πολυ-πολικό σύστημα απασχόλησης δομημένο γύρω από τις ευκαιρίες που θα γεννήσει η πράσινη οικονομία, οι νέες τεχνολογίες, το διαδίκτυο, η ενέργεια, οι μεταφορές, η καινοτομία, η ποιοτική γεωργία και η επιχειρηματικότητα κυρίως των νέων και των γυναικών. Το νέο αυτό περιβάλλον δεν μπορεί παρά να αναπτυχθεί σε συνθήκες ελεύθερης οικονομίας, μακριά από τείχη προστατευτισμού και περιττών γραφειοκρατικών εμποδίων.

Για να δημιουργηθούν οι συνθήκες εμφάνισης της Νέας Οικονομίας, η Ευρώπη χρειάζεται ένα μέτωπο υπευθυνότητας που θα δράσει άμεσα σε 3 επίπεδα: πρώτον, στην αντιμετώπιση των συνεπειών της τωρινής κρίσης δεύτερον, σε εκείνο της πρόληψης παρόμοιων καταστάσεων στο μέλλον και τρίτον, στη δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα διευκολύνουν και θα επιταχύνουν την εμφάνιση ενός νέου υγιούς οικονομικού επιχειρείν. Είναι σημαντικό να κάνουμε τον ευρωπαίο πολίτη να αισθανθεί σίγουρος αποδεικνύοντάς του ότι λειτουργούν οι συλλογικές μας άμυνες αλλά και ότι είμαστε αποφασισμένοι να μπολιάσουμε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα με πρωτοβουλίες, νομοθεσία και αξίες που δεν θα επιτρέψουν την εμφάνιση παρόμοιων κρίσεων στο μέλλον. 

Στο μέτωπο της αντίδρασης, απόλυτη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί η συντονισμένη δράση για έξοδο από την κρίση, μέσα από ένα μείγμα κοινοτικών πολιτικών και εθνικών παρεμβάσεων. Το ευρωπαϊκό σχέδιο ήδη επικεντρώνεται στην ενίσχυση της ρευστότητας με την επανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του αγροτικού κόσμου, την προστασία των δανειοληπτών, την εγγύηση των καταθέσεων, τη θωράκιση της απασχόλησης και τη στήριξη της ανάπτυξης. Ξεχωριστό ρόλο στο πλαίσιο αυτό έχει η απλοποίηση και επίσπευση των διαδικασιών κοινοτικής χρηματοδότησης από τα διαρθρωτικά ταμεία και η χαλάρωση του κοινοτικού πλαισίου ελέγχου κρατικών ενισχύσεων στους ευπαθείς τομείς της οικονομίας. Μέσω των περιθωρίων που προσφέρει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης -που η Ε.Ε. είχε την πρόνοια να αναθεωρήσει το 2005-, ειδικά τα μέλη της Ευρωζώνης μπορούν να επιλέξουν εκείνο το συνδυασμό δράσεων που ταιριάζει καλύτερα στις εθνικές τους ιδιαιτερότητες. Πρόκειται για μια νεωτεριστική, ενιαία -αλλά όχι κοινή- προσέγγιση, που θα φέρει αποτελέσματα όταν φθάσει στη πλήρη ανάπτυξη των προνοιών που προβλέπονται.

Στο επίπεδο της πρόληψης, η αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης προϋποθέτει τη διόρθωση της ασυμμετρίας για την οποία έγινε λόγος παραπάνω: δεν νοείται ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και χρηματοπιστωτικών ροών σε υπερεθνικό επίπεδο με τους κανόνες εποπτείας, λογοδοσίας και πολιτικού ελέγχου να παραμένουν κατά βάση εθνικοί. Με πρωτοβουλία της Γαλλικής προεδρίας και του Νικολά Σαρκοζύ, η Ε.Ε. έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες για τη δημιουργία ενός συστήματος παγκόσμιας οικονομικής οργάνωσης με δίκαιους κανόνες, το οποίο δεν καταργεί αλλά εκλογικεύει την παγκοσμιοποίηση. Απαραίτητα συστατικά του αποτελούν η νομοθεσία για συλλογική εποπτεία των αγορών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ο νομοθετικός εξαναγκασμός σε λογοδοσία των οργανισμών αποτίμησης της πιστοληπτικής ικανότητας, η αντικειμενική αποτίμηση πολύπλοκων χρηματοοικονομικών προϊόντων και η μάχη κατά των καρτέλ και των μονοπωλιακών στρεβλώσεων της αγοράς. Εξίσου αναγκαία κρίνεται και η εισαγωγή αντικειμενικών κριτηρίων για τις αμοιβές των στελεχών των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που μέχρι τώρα κατά κανόνα αμείβονταν ανάλογα με τον όγκο των βραχυπρόθεσμων συναλλαγών τους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο αντίκτυπος αυτών των πρακτικών στην πραγματική οικονομία. 

Η σημερινή κρίση δίνει την ευκαιρία στην Ευρώπη να αλλάξει σελίδα στο αναπτυξιακό της μοντέλο και να στραφεί προς την "πράσινη ανάπτυξη", η οποία θα αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της Νέας Οικονομίας που αναδύεται σταδιακά στην Ευρώπη, αλλά τώρα πια και στις ΗΠΑ. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο με αυτόν τον όρο νοείται ο συνδυασμός μιας σειράς ενεργειών που περιλαμβάνει τη δέσμευση κοινοτικών και εθνικών πόρων για φιλικές προς το περιβάλλον δράσεις, συγκεκριμένα κίνητρα που θα βοηθήσουν τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα να "πρασινίσουν" τις επιχειρησιακές του δράσεις, και φυσικά η αλλαγή νοοτροπίας των πολιτών που ως καταναλωτές αλλά και υποκείμενα της οικονομικής δραστηριότητας σταδιακά προσαρμόζονται σε μια νέα φιλική προς το περιβάλλον συμπεριφορά.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εδώ και μια δεκαετία έχει καταστεί πρωτοπόρος στη διαμόρφωση αυτού του νέου τύπου οικονομικής ανάπτυξης και συμπεριφοράς, ενισχύοντας την θέση ότι η άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και η ανάπτυξη δεν συγκρούονται με τις αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος. Το αντίθετο μάλιστα, μπορούν να συγκεραστούν μέσα από ένα σωστό μείγμα νομοθετικής πολιτικής και όχι μόνο. Σε αυτό το πλαίσιο, επιτυχία της Ε.Ε. -με θεαματικές μελλοντικά συνέπειες- αποτελεί η πρόσφατη θέσπιση πακέτου πρωτοβουλιών για την ενέργεια και το κλίμα. Πρόκειται για τη συλλογική δέσμευση της Ε.Ε. να πετύχει μέχρι το 2020: 20% λιγότερους ρύπους, 20% πράσινη ενέργεια στο συνολικό ενεργειακό μείγμα και 20% περισσότερη εξοικονόμηση ενέργειας.

Απαραίτητο συστατικό επιτυχίας της Νέας Οικονομίας, πέρα από νομοθετικές πρωτοβουλίες, αποτελεί επίσης η ύπαρξη διαθέσιμων πόρων και η στοχευμένη χρήση τους. Μετά από δεκαετίες κοινοτικών χρηματοδοτήσεων που δημιούργησαν χιλιάδες χιλιόμετρα ασφάλτου και τόνους τσιμέντου, έφτασε η ώρα οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων να στραφούν στην επένδυση σε "πράσινες υποδομές" που κατοχυρώνουν την οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των φυσικών μας πόρων.

Μετά από πολλά χρόνια, ο κοινοτικός προϋπολογισμός διανέμει ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομικής "πίτας" στην εξυπηρέτηση των σκοπών της πράσινης ανάπτυξης. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε αυτή την προσπάθεια υπήρξε σημαντικός. Ενδεικτικά για το Προϋπολογισμό της Ε.Ε. για το 2009 η συνολική δαπάνη που προβλέπεται για περιβαλλοντικές στοχεύσεις για πρώτη φορά ξεπερνά το 10% του συνολικού ποσού, αγγίζοντας τα 14 δισ. Ευρώ.

Η επόμενη πενταετία 2009-2014 θα είναι ο κρίσιμος χρονικός ορίζοντας μέσα στον οποίο θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό τα τρία βασικά ζητήματα που επιχείρησα να αναλύσω παραπάνω. Η πειστική αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης, η υιοθέτηση ενός επαρκούς θεσμικού πλαισίου που θα προλαμβάνει εγκαίρως ανάλογες καταστάσεις και τέλος η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα επιτρέψουν στην Νέα Οικονομία να αναδυθεί ταχύτατα και να λειτουργήσει σε βάθος χρόνου προς όφελος των πολλών. Σημαντικό σταθμό σε αυτή την προσπάθεια θα αποτελέσει και η οριοθέτηση του ύψους αλλά και του περιεχομένου των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων για την πέμπτη χρηματοδοτική περίοδο 2013-2020 που θα πρέπει εξυπηρετεί τις νέες πολιτικές στοχεύσεις της Πράσινης Οικονομίας.

Νέοι κανόνες λοιπόν για τη Νέα Οικονομία, νέες εγγυήσεις για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, τέλος στην αυθαιρεσία και τις κραυγές, υπευθυνότητα και λογοδοσία στην κοινωνία. Η πορεία προς τις Ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου 2009 ας είναι μια αφορμή για έναν ανοικτό και δημοκρατικό διάλογο που θα αναδείξει αυτές τις προκλήσεις.